Η ομιλία του Αιμιλίου Βλόγερ εις την αίθουσαν τελετών
του Πανεπιστημίου της Γάνδης
επί τω θανάτω του θαυματοποιού Γερβασίου του Τρίτου.
(Αναδημοσίευσις εκ της εφημερίδος«Ο Ταχυδρόμος της Διζιλάνδης»
της 10ης Απριλίου 1897)
Διερωτώνται πολλοί τί εστερήθη η πόλις μας μετά την εις Κύριον
αποδημίαν του θαυματοποιού Γερβασίου του Τρίτου.
Την αστερόεσσαν μπέρταν και την ράβδον του;
Το μανδήλιον εξ ολοσηρικού υφάσματος το λειτουργούν ως camera obscura;
Τας εξερχομένας του υψηλού πίλου του περιστεράς και τους κονίκλους,
ακαταλλήλους πάντως προς βρώσιν; Την περικαλλή βοηθόν του
Σεισοπυγίδα, bizarre déité, brune come les nuits, η οποία ήδη,
μετά το θλιβερόν συμβάν, ανεζήτησε την τύχην της εις Αδριάνειον
βαλλανείον; Βεβαίως αυτά, αλλ’ ουχί μόνον.
Απωλέσαμεν άνθρωπον δυνάμενον να ανυψωθή δι’ αοράτου μηχανισμού,
δίκην αφανών πτερύγων, μέχρι του ύψους επικλινούς στέγης και να
παραμείνη αιωρούμενος εις το κενόν επί μακρόν. Αλλά και η κάθοδος αυτού
ήτο πάντοτε ασφαλής και αδιατάρακτος, συνοδευομένη υπό βροχής
πυροτεχνημάτων, ενθουσιωδών ποδοκρατημάτων και παιανισμών
μικράς ορχήστρας. Σημειωθήτω δε, ότι η φήμη του δαιμονίου τούτου ανδρός
έφθασε μέχρι των εσχατιών του πλανήτου, ώστε ενέπνευσε τον Αμερικανόν
δημοσιογράφον Πώην να συγγράψη το φαντασιώδες άρθρον
«The Unparalleled Adventure of One Hans Pfaall», έχων ως πρότυπον
τας ανυψωτικάς ικανότητας του εκλιπόντος -φεύ!- Γερβασίου!
Απωλέσαμεν άνθρωπον δυνάμενον να διαπερασθή εγκαρσίως
υπό ζεύγους ξιφών κατά την κοιλιακήν χώραν, χωρίς απώλειαν
και μιάς ρανίδος αίματος.
Το ακρίτως υποστηριζόμενον υπό τινων, ότι το θαυμαστόν τούτο
επίτευγμα θα πρέπη μάλλον να αποδοθή είς ομαδικόν υπνωτισμόν
των θεατών, απεκρούσθη ερρωμένως υπό του εκ Βιέννης εγκρίτου
ψυχιάτρου Σιγμούνδου Φρόυδ με εμπεριστατωμένην μονογραφίαν
φέρουσαν τον λακωνικόν τίτλον «Einführung in die actuellen Fragen
des Hypnotismus: eine Innenansicht aus den Beratungen zum
qualitätsorientierte Gesetzgebungesverfahren des Gervasiusproblemes»!
(η συνέχεια προσεχώς)
Η εικαστική σύνθεση Emil in Bollywood
βασίζεται σε φωτογραφία της Ελένης Πολύζου, 2005