Βασίλης Πολύζος
το τρίτο όνειρο
στον Ted Hughes
εκ των υστέρων
Κι όμως σ’ αυτό τον ύπνο
τ’ όνειρο ξεπέφτει τόσο εύκολα
στο βραχνά.
Γ. Σεφέρης, Θερινό ηλιοστάσι, Γ΄
Now, herald, are the dead
numb’red?
Shakespeare, King Henry the Fifth
άπλωσα το χέρι μου πάνω απ’ την πόλη
κι ανέβηκαν στήλες καπνού
ήταν η μέρα της αποδημίας
με τόσους άσους κρυμμένους στο μανίκι της
η χλεύη των παραθύρων
το δέντρο των ορνέων στη αυλή
μια αιμοδιψής λιβελούλα στα στάσιμα νερά
ως άγγελος αιχμάλωτος σε πυκνό φως
κάνει υγρασία είπε η Μυρτώ
τα μαλλιά μου έχουν σγουρύνει
και στο λιμάνι;
μόλις ξεμπάρκαραν καραβιές οι πεθαμένοι
με βήμα σπαστό στο ρυθμό της σφυρίχτρας
εν δυο εν δυο
οι φτέρνες τους σάπια μήλα
σε λίγο θα φτάσουν τα μάτια τους
σε χαρτί Α4
στην πόρτα μου
όπου καθεύδει
οικουρός όφις
είπες
αξιοθαύμαστη η εφευρετικότης του ανθρώπου
στα βασανιστήρια
τα παιδιά μας εκ κοιλίας womad
άμωμοι φλογοφάγοι
ξυλοπόδαροι
ζογκλέρ
ταυροκαθάπτες
εις ουδέν πταίσαντες
ελιθάσθησαν
επρίσθησαν
επειράσθησαν
εν φόνω μαχαίρας απέθανον
ήρθε αιφνίδια κι η καθαίρεση των πνευστών
στην κυριακάτικη εξέδρα
την ώρα που οι αμυγδαλιές επέμεναν
να παίζουν το γαμήλιο εμβατήριο
Φλεβάρη μήνα
ο στρατηγός Χειμώνας ξήλωσε
ένα ένα τα σιρίτια των μουσικών
τα κουμπιά των χιτωνίων τους
με την άκρη του ξίφους
αύριο χωρίς αναβολή
θα ξεκινήσω για το σταθμό
στο σύθαμπο
παίρνοντας μαζί μου
in memoriam
τα δόντια του πιστού μου σκύλου
και την παλιά φυσαρμόνικα hohner
τυλιγμένη σε κεροπάνι
κειμήλιο πατρογονικό
το ξύλο της φαγωμένο από το σάλιο
τριών γενεών
χει-ρο-κρο-τή-μα-τα
a glass of cider
είπε η Λαίδη Heavybottom
για τον δαφνοστεφή μας ποιητή
…
το τρίτο όνειρο, ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου
από το βιβλίο αναμνήσεις προκάτ άνοιξης
εκδ. Εριφύλη 2006
Σημ.: Εδώ δημοσιεύεται ολόκληρο το ποίημα
The Dream, μια ζωγραφιά του Βασίλη Πολύζου 2008
το τρίτο όνειρο
στον Ted Hughes
εκ των υστέρων
Κι όμως σ’ αυτό τον ύπνο
τ’ όνειρο ξεπέφτει τόσο εύκολα
στο βραχνά.
Γ. Σεφέρης, Θερινό ηλιοστάσι, Γ΄
Now, herald, are the dead
numb’red?
Shakespeare, King Henry the Fifth
άπλωσα το χέρι μου πάνω απ’ την πόλη
κι ανέβηκαν στήλες καπνού
ήταν η μέρα της αποδημίας
με τόσους άσους κρυμμένους στο μανίκι της
η χλεύη των παραθύρων
το δέντρο των ορνέων στη αυλή
μια αιμοδιψής λιβελούλα στα στάσιμα νερά
ως άγγελος αιχμάλωτος σε πυκνό φως
κάνει υγρασία είπε η Μυρτώ
τα μαλλιά μου έχουν σγουρύνει
και στο λιμάνι;
μόλις ξεμπάρκαραν καραβιές οι πεθαμένοι
με βήμα σπαστό στο ρυθμό της σφυρίχτρας
εν δυο εν δυο
οι φτέρνες τους σάπια μήλα
σε λίγο θα φτάσουν τα μάτια τους
σε χαρτί Α4
στην πόρτα μου
όπου καθεύδει
οικουρός όφις
είπες
αξιοθαύμαστη η εφευρετικότης του ανθρώπου
στα βασανιστήρια
τα παιδιά μας εκ κοιλίας womad
άμωμοι φλογοφάγοι
ξυλοπόδαροι
ζογκλέρ
ταυροκαθάπτες
εις ουδέν πταίσαντες
ελιθάσθησαν
επρίσθησαν
επειράσθησαν
εν φόνω μαχαίρας απέθανον
ήρθε αιφνίδια κι η καθαίρεση των πνευστών
στην κυριακάτικη εξέδρα
την ώρα που οι αμυγδαλιές επέμεναν
να παίζουν το γαμήλιο εμβατήριο
Φλεβάρη μήνα
ο στρατηγός Χειμώνας ξήλωσε
ένα ένα τα σιρίτια των μουσικών
τα κουμπιά των χιτωνίων τους
με την άκρη του ξίφους
αύριο χωρίς αναβολή
θα ξεκινήσω για το σταθμό
στο σύθαμπο
παίρνοντας μαζί μου
in memoriam
τα δόντια του πιστού μου σκύλου
και την παλιά φυσαρμόνικα hohner
τυλιγμένη σε κεροπάνι
κειμήλιο πατρογονικό
το ξύλο της φαγωμένο από το σάλιο
τριών γενεών
χει-ρο-κρο-τή-μα-τα
a glass of cider
είπε η Λαίδη Heavybottom
για τον δαφνοστεφή μας ποιητή
…
το τρίτο όνειρο, ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου
από το βιβλίο αναμνήσεις προκάτ άνοιξης
εκδ. Εριφύλη 2006
Σημ.: Εδώ δημοσιεύεται ολόκληρο το ποίημα
The Dream, μια ζωγραφιά του Βασίλη Πολύζου 2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου