φαρμακολύτριατου Βασίλη Πολύζου
Αυτή την πόλη δεν την ξέρω, δε θυμάμαι
πώς φύτρωσαν αυτά τα σιδερένια νύχια
στα δάχτυλα του ορίζοντα.
Θυμάμαι το ενυδρείο των μικρών ερώτων
και τις παράγκες με τα εαρινά ανθέμια
απ’ τις πληγές τους έτρεχε ο Απρίλης
γλυκόπικρος, καθώς το γάλα της συκομουριάς
στην εμπασιά τους ένα οικείο σκιάχτρο
τυφλωμένο απ’ το αιφνίδιο μεσημέρι
βάζοντας πότε πότε αντήλιο την παλάμη.
Πάει καιρός τώρα που φύγαν οι γειτόνοι
αφήνοντας το ψοφιο καναρίνι στο μπαλκόνι.
―Ευτυχώς, λέει η Κρισταμπέλ, θά ’ρθει το βράδυ
να σταθεί πάνω απ’ τις άδειες πολεμίστρες
η Σελήνη η Φιδοκρατούσα, η Φαρμακολύτρια
σέρνοντας πίσω της μια θάλασσα πορτοκαλιές
σαν τη νυχτιά που αγαπηθήκαμε ακουμπώντας
τους ψιθύρους μας στο πεζούλι του κήπου
τινάζοντας απ’ τα μαλλιά μας χούφτες το χρυσάφι.
φαρμακολύτρια, ένα ποίημα του Βασίλη Πολύζου
από το βιβλίο DIZZILAND, εκδ. ΕΡΙΦΥΛΗ 2001
Κρεολή Σελήνη, μια αφίσα του Βασίλη Πολύζου 2011